Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

The sudden impossibility

Να μην κρατάς μέσα σου, ούτε βαρίδια ούτε άνθη, να μην νοιάζεσαι
Ούτε για κούκλες σκονισμένες στα κουτιά τους
Ένα πουλί χωρίς όνομα πετάει τρομακτικά και τρομαγμένα
Θυμάμαι τη βαλσαμωμένη πάπια με τα ορθάνοιχτα φτερά
Που είχε κρυσταλλώσει τον τρόμο της ο ταριχευτής
Πόσο άσχημο κι αυτό, να θέλεις πτώματα για διακοσμητικά
Αγρίμια που κυνήγησαν άλλοι και σου χαρίσαν τις προβιές του
Και τα κέρατα τα δόντια τα οστά
Να στολίζουν μπράτσα και στέρνα γαλακτερά, αμάθητα, αηδιαστικά προστατευμένα.

Κλείνει η πόρτα να κοιμηθώ και θυμάμαι αυτόματα το σκοτάδι το παιδικό
Που δεν το φοβήθηκα ποτέ, μόνο τις σκιές φοβόμουν πάντα και ούρλιαζα από απόγνωση
Και ουρλιάζω ακόμα με φιμωμένη απόγνωση, για την αδικία, την τρομερή αδικία
Και βαναυσότητα του κόσμου και την αδικία και ποτέ να μην ζητάει κανείς συγγνώμη
Συγγνώμη όπως πρέπει όμως, με κλάμα και συντριβή και πολλή ντροπή και περισσότερο θάρρος
Όχι πλέον η συγγνώμη σερβίρεται σε ασημένιο δίσκο και σκουριασμένο μαχαίρι στον κρόταφό της
Η συγγνώμη είναι τιμή, πρέπει οπωσδήποτε να τη δεχτείς και να πεις ευχαριστώ
Ευχαριστώ να πεις που κάποιος σου ζήτησε συγγνώμη.

Άλλο ουρλιαχτό να μου πνίγει τα μαλλιά δεν έχω τώρα,
Θα πρέπει να κοιμηθώ και να φτιάξω το νανούρισμα και να ξεχάσω
Ν’ αναπνεύσω ήσυχα κι αθόρυβα και να μην κλάψω, να βγει ωραίος φωτογενής αναστεναγμούλης
Και να κοιτάξω τα μάτια μου και απλά να χτενίσω τα μαλλιά μου
Και να συνεχίσω να καίω τις απογνώσεις μου
Να τις καίω και να βγαίνει καπνός μόνο απ’ τα ρουθούνια μου
Μόνο όσο καπνίζω. Να μην φαίνεται άσχημο, γι’ αυτό.
Να μην φαίνεται ότι κάτι καίγεται.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θέλεις να πεις κάτι;